-Είδες χτες την κοπελίτσα που βγήκε απ’ του Κ.;
-Όχι, ποια κοπελίτσα;
-Καλά μωρή, πού ζεις; Δεν είδες αυτή τη μελαχρινούλα που βγήκε χτες απ’ του Κ.;
-Τι ώρα;
-Κατά τις 12 παρά 10.
-Έβλεπα Πρετεντέρη εκείνη την ώρα.
-Κι εγώ έβλεπα, αλλά άκουσα φωνές στο διάδρομο και κοίταξα απ’ το ματάκι. Ήταν μια μελαχρινούλα, γύρω στα 21, κι εκείνη την ώρα έφευγε. Φιλήθηκαν κιόλας!
-Άντε! Φοιτητές παιδί μου, δεν έχουν τσίπα, φιλιούνται μες στον κόσμο σαν τα σκυλιά! Σε λίγο θα κάνουνε καιιιι… ξέρεις τώρα! Θέ μου σχώρα με!
Σταυροκοπήθηκαν.
-Κάτσε να κατεβάσω την Παναγία να μη μας βλέπει. Εντάξει, μίλα ελεύθερα τώρα.
***
-Χτες, κατά τις 11 παρά τέταρτο, πέτυχα μια ξανθούλα στην εξώπορτα.
-Τη χαιρέτησες;
-Βέβαια! Μη με λέν μετά και ακατάδεκτη! Σηκώθηκαν τα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι τώρα…! Να ‘χουν να λεν για μένα αυτές οι πουτα… Θε μου, τι με βάζουν να λέω!
-Δεν πειράζει, ο Θεός θα καταλάβει, αφού δεν υπάρχουν ήθη πια χρυσή μου, είναι ξετσίπωτες όλες αυτές! Ρίχνονται στους γιους μας, μένουν έγκυες και μετά τους τυλίγουν για τα καλά. Ρώτα και μένα που τα ΄χω πάθει, ξέρω ‘γω τι σου λέω!
Σταυροκοπιούνται και η μία φτύνει τον κόρφο της.
Χτυπάει το τηλέφωνο.
-Εμπρός; Α έλα γλυκιά μου. Τι κάνεις; Καλά κι εγώ, μια χαρά. Να, τώρα ήμουν εδώ με μια γειτόνισσα κι είχαμε την καλή σου την κουβέντα. Τι κάνει το εγγονάκι μου; Να το ακούσω λίγο; Α κοιμάται τώρα. Εντάξει, δεν πειράζει, μην το ξυπνάς, όχι, όχι, άσ’ το, δεν πειράζει, χρειάζεται ύπνο να δυναμώσει, είναι μικρό ακόμα μωρέ, γι’ αυτό κοιμάται τόσο. Αύριο; Ναι καλέ, ισχύει! Βέβαια! Θα πλύνεις τα πιάτα όμως μετά, ναι; Εντάξει, να ‘σαι καλά, την ευχή μου να ‘χεις. Γεια σου, γεια σου. Να φέρεις και το παιδί ε!
Το κλείνει.
-Αυτή η αχαΐρευτη η νύφη μου ήταν. Ορίστε τι με βάζει να κάνω, πρέπει να την παρακαλάω για να μου πλύνει τα πιάτα, ανοικοκύρευτη σου λέω! Ας μην ήταν το παιδί και θα σου ‘λεγα εγώ αν θ’ άφηνα το γιο μου μαζί της! Το είδα εγώ απ’ την πρώτη στιγμή που ‘μπλεξε μαζί της, δε θα ‘χουμε καλά ξεμπερδέματα με του λόγου της, το είδα σου λέω κι ορίστε τι τραβάω τώρα. Θέλει κιόλας να δουλεύει, αντί να κάθεται σπίτι της, στο παιδί της, θέλει κι υπηρέτρια να της καθαρίζει το σπίτι. Μα πώς εμπιστεύεσαι το σπίτι σου σε ξένη γυναίκα; Τέλος πάντων.
-Σε καταλαβαίνω χρυσή μου. Κάτσε να σου πω για την ξανθιά, να ξεχαστείς.
***
-Αυτή η γυναίκα του 3Β πολύ κουτσομπόλα βρε παιδί μου! Αν είναι δυνατόν πια;! Έναν καφέ πας να πιεις και σου λέει τα νέα όλης της πολυκατοικίας. Τους περνάει όλους από κόσκινο παιδί μου σου λέω, δεν αφήνει άνθρωπο σε χλωρό κλαρί! Ξέρεις τι λέει για τον Κ.;
-Τι λέει, τι;
-Κατέβασε την κορνίζα του άντρα σου πρώτα, μην ακούσει ο άνθρωπος και τρίξουν τα κόκαλά του.
-Εντάξει δεν ακούει τώρα. Πες μου ντε! Θα με σκάσεις!
-Λέει ότι είναι…
Γέρνει και λέει ψιθυριστά.
-Ότι εκδίδει γυναίκες…
-Άντε!
-Καλά ξαφνιάζεσαι; Εγώ το είχα καταλάβει απ’ την αρχή χρυσή μου! Αλλιώς τι δουλειά έχουν τόσες γυναίκες να μπαινοβγαίνουν σπίτι του;
-Μα είσαι σίγουρη;
-Αχ χρυσή μου, χήρεψες κι είσαι μόνη κι αθώα.
-Ε δε μας αξίωσε ο Θεός να κάνουμε παιδιά.
-Αφού αυτό ήταν το θέλημά του. Τις είδες όμως; Τόσο μικρές και να γίνονται πουτάνες; Θε μου σχώρα με.
Σταυροκοπιούνται.
-Μα είναι μικρά κοριτσάκια! Πόσο; 18, 20, 25 το πολύ!
-Μα δεν έχουν τσίπα πάνω τους παιδί μου! Ξεπετάγονται απ’ τα 13 τώρα. Και μέχρι τα 18 το ‘χουν κάνει επάγγελμα!
-Μα εγώ είχα ακούσει κάτι άλλο βρε παιδί μου.
-Τι είχες ακούσει;
-Δεν είμαι σίγουρη.
-Δεν πειράζει, πες μου!
Γέρνει και λέει ψιθυριστά.
-Είχα ακούσει ότι είναι… γκέι.
-Τι είναι;
-Αδερφή παιδί μου, πώς το λένε;!
Σταυροκοπιούνται.
***
-Πάλι έμπασε γυναίκα στο σπίτι αυτός!
-Πότε;
-Χτες το μεσημέρι. Μα καλά δεν παίρνεις χαμπάρι ποιος μπαινοβγαίνει στην πολυκατοικία;
-Έβλεπα σε επανάληψη την «Εζέλ» καλέ, γιατί τα βράδια βλέπω τη «Ζωή της Άλλης». Είναι την ίδια ώρα, βλέπεις, κι έτσι έχω αφήσει την «Εζέλ» για τα μεσημέρια που το παίζει σε επανάληψη.
-Αχ εσύ βλέπεις την «Εζέλ», ενώ στην πολυκατοικία παίζονται τα Σόδομα και Γόμορρα! Αυτή τη φορά ήταν κοκκινομάλλα! Βαμμένο ρουμπινί σου λέω, να, σαν τα νύχια μου! Μα καλά γιατί τα βάφουν έτσι; Δε βλέπει τον εαυτό της στον καθρέφτη; Σαν κλόουν ήταν σου λέω!
-Και πόση ώρα ήταν μέσα;
-4 ώρες κι 20 λεπτά.
-Μα τι κάνανε τόσην ώρα;
-Έννοια σου και την επόμενη φορά θα μάθω. Όταν ξαναφέρει γυναίκα θα του πάω κανένα τάπερ.
-Τον ταΐζεις κιόλας;
-Ε βέβαια τον ταΐζω! Πώς αλλιώς θα ‘βλεπα τι κάνουνε μέσα; Τι είμαι σαν κι εσένα, να βλέπω συνέχεια τηλεόραση;
-Εκεί μαθαίνεις τη ζωή όμως. Είδες χτες τι έγινε στον «Πειρασμό»; Τράκαρε η Μπιχτέρ!
-Α καλά! Τώρα το είδες εσύ αυτό; Εγώ το είδα μια βδομάδα πριν, στα DVD που δίνει το TV7. Α καλά, είσαι πολύ πίσω!
***
-Βρε φιλενάδα, τι σόου ήταν αυτό χτες βραδιάτικα;
-Ποιο σόου;
-Έλα τώρα, μεταξύ μας είμαστε, μην παίζεις την ανήξερη, όλη η πολυκατοικία τ’ άκουσε!
-Τι άκουσε καλέ;
-Τη γυναίκα του Τάκη παιδί μου, να σε βρίζει απ’ το δρόμο!
-Ποιος σου ‘πε ότι ‘ταν η γυναίκα του Τάκη; Αφού ο Τάκης είναι ανύπαντρος. Μια τρελή ‘ταν που φώναζε. Κρίση τώρα χρυσή μου, έχει τρελαθεί ο κόσμος!
-Έλα βρε φιλενάδα, μην κρύβεσαι, αφού κατέβηκε η γυναίκα του 1Α και την ρώτησε κι είπε για σένα, τον Τάκη, τα παιδιά του, όλα! Βρε τσαχπίνα κι εσύ πια, να σπιτώνεις άντρα χωρίς στεφάνι είναι ένα πράγμα. Εντάξει, αλλάξανε οι εποχές, είμαστε πιο μοντέρνοι τώρα, δεν είσαι και παρθένα, χωριζμένη γυναίκα, το δεχτήκαμε. Αλλά παντρεμένο; Αυτό είναι πολύ! Μην σε νοιάζει για μένα, εγώ είμαι μοντέρνα, δε με πειράζει, αλλά τι θα πει η υπόλοιπη πολυκατοικία; Μπορεί να βάλουν στη συνέλευση να σε διώξουνε!
-Μοντέρνα εσύ; Αφού λες ότι ο Κ. είναι αδερφή και σταυροκοπιέσαι!
-Το πουστριλίκι…
Λέει ψιθυριστά και σταυροκοπιούνται.
-…Είναι βαριά αμαρτία χρυσή μου. Είδες κανέναν άγιο να είναι γκέι; Όμως αγίες πόρνες, υπήρχαν πολλές.
-Άι στο διάλο μωρή που θα με πεις και πόρνη!
-Μην παρεξηγιέσαι καλέ, αφού κι εγώ στην ίδια αμαρτία πέφτω.
Γέρνει και λέει ψιθυριστά.
-Έχω σχέση με το Μήτσο.
-Ποιο Μήτσο;
-Αυτόν που παίρνει τα κοινόχρηστα.
-Τι;! Α το μαλάκα!
Συνεχίζεται... Ι.Α.
Στον καλό μου φίλο Ε. σε μια προσπάθεια εξορκισμού. Τον ευχαριστώ για την έμπνευση και τις ιδέες του.